Γίνε Μέλος
Ανάλαβε Δράση
Ενίσχυσέ Μας
του Γιώργου Γιαγκίδη
Εισαγωγή
Διατροφική επάρκεια καλείται το ποσοστό ικανοποίησης των διατροφικών αναγκών κατανάλωσης ενός πληθυσμού σε συγκεκριμένο χώρο, δηλαδή από αυτά που χρειαζόμαστε για την τροφή μας, πόσα παράγουμε.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η διατροφική επάρκεια στην Ελλάδα ανέρχεται στο ποσοστό 98%, ενώ το 2010 βρισκόταν στο 94%.
Σημαντικό παράγοντα στην αύξηση αυτού του ποσοστού αποτελεί την μειωμένη πρόσβαση στην τροφή του πληθυσμού (μέχρι και στα είδη 1ης ανάγκης), λόγω της ακραίας φτωχοποίησης. Δηλαδή υπάρχει τροφή που περισσεύει καθώς οι Έλληνες “πεινάνε”
Η ελληνική δυσπιστία
94% των Ελλήνων (το μεγαλύτερο της Ευρώπης) πιστεύει ότι η εθνική παραγωγή τροφίμων δεν είναι επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού (πηγή: Eυρωβαρόμετρο).
ΠΑΣΕΓΕΣ
Η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών αναφέρει μετά από σχετική μελέτη της:
Σε περίπτωση ολικής διακοπής εισαγωγών (όπως στην Αργεντινή), δεν θα υπάρξουν προβλήματα αναφορικά με την τροφή.
Ο λόγος αποτελεί την ιδιαίτερα υψηλή διατροφική επάρκεια της πατρίδας μας.
Τι εισάγουμε;
Σήμερα εισάγουμε ένα μεγάλο σύνολο τροφίμων, τα περισσότερα σε μικρό και σχεδόν αμελητέο βαθμό, όπως πατατάκια, αναψυκτικά τύπου Cola, συσκευασμένα γλυκά κι άλλα επεξεργασμένα τρόφιμα, εξωτικά οπωροκηπευτικά κ.τ.λ.
Σε μικρότερο βαθμό κάνουμε εισαγωγές λεμόνια, ξηρούς καρπούς, πατάτες και παγοκολώνες χυμών (ποσοστό έλλειψης < 30%). Αλλά και μερικά σε μεγαλύτερο βαθμό μοσχαρίσιο και χοιρινό κρέας, σε πολλά όσπρια και τη ζάχαρη (ποσοστό έλλειψης > 50%).
Πλην των επωνύμων υπάρχει μεγάλο ζήτημα με τις ελληνοποιήσεις, λόγω ελλιπούς σήμανσης (ταυτοποίηση και ιχνηλασιμότητα).
Η ακραία μείωση της παραγωγής μετά την ένταξη στην Ε.Ε (1981)
Τι εξάγουμε;
Παρόλη την κρίση και τις παραγκωνισμένες δυνατότητες, η Ελλάδα εξάγει κυρίως:
Διαφορά θρεπτικής ποιότητας και ασφάλειας εισαγώμενων & ελληνικών προϊόντων
Στην Ελλάδα σήμερα σε μεγάλο βαθμό ακόμα επικρατεί μια ήπια και αγνή μεταχείριση των βρώσιμων αγροτικών προϊόντων. Στα προϊόντα εισαγωγής πολλές φορές δεν γνωρίζουμε την διαδικασία παραγωγής και επεξεργασίας. Επίσης η διατροφική ποιότητα και ασφάλεια στη χώρα μας είναι σημαντικά άρτια.
Πολλές χώρες (ανατολική Ευρώπη) προωθούν προϊόντα με ίχνη ραδιένεργειας (π.χ σιτηρά & μανιτάρια). Άλλα προερχόμενα από κλειστές θάλασσες (επιλέγουμε μεσόγειο) είναι επιφορτισμένα με βαρέα μέταλλα (π.χ υδράργυρος & αρσενικό), με ισχυρή καρκινογόνο δράση. Άλλες πάλι, προωθούν μεταποιημένα προϊόντα (όπως τα δημητριακά) εμποτισμένα σε στοιχεία (π.χ φθόριο, πρόσθετα, φυτοφάρμακα & εντομοκτόνα) με σοβαρές παρενέργειες.
Τα ελληνικά προϊόντα είναι αναγνωρισμένα παγκοσμίως για την μοναδική τους θρεπτική αξία, συγκριτικά με ξένα.
Υπερέχουν σημαντικά πολλές φορές ως προς τη θρεπτική σύσταση, αλλά και τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (γεύση, οσμή κ.α)
Γνωστά παραδείγματα το ελαιόλαδο και ελιές, τα αλιεύματα, τα ελληνικά γαλακτοκομικά προϊόντα (ειδικά το γιαούρτι), τα άγρια χόρτα, βότανα και το κόκκινο κρασί, μπύρα και άλλα όπως το ξακουστό ελληνικό μέλι και ο κρόκος κοζάνης.
Η υπόθεση ζάχαρης
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του λαϊκού σοφίσματος “Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της”.
Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης κάλυπτε μεγάλο μέρος της επάρκειας τόσο στο εσωτερικό όσο και στα Βαλκάνια, μέχρι το 2006 όπου άρχισαν να κλείνουν μαζικά τα εργοστάσια, παρόλη την κερδοφορία.
Λόγος η συμφωνία Ελλάδας – Ε.Ε για τις εισαγωγές ζάχαρης, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παράγει σχεδόν τη μισή ζάχαρη από τις ανάγκες της (Από 320.000 τόνους ζάχαρης σε 158.000 τόνους).
Η επάρκεια της ελληνικής παραγωγής ζάχαρης βρίσκεται περίπου στο 15%, ενώ Γερμανικές κυρίως, αλλά και γαλλικές εταιρείες ζάχαρης τρίβουν τα χέρια τους.
Μεσογειακή διατροφή
Ένα διατροφικό πρότυπο, απόλυτα προσαρμοσμένο στην αγροτοδιατροφική κατάσταση της Ελλάδας, με υψηλή παροχή αντικαρκινικών αντιοξειδωτικών.
Με μια <<επιστροφή στις ρίζες>>, η παρούσα κατάσταση της διατροφικής επάρκειας στη χώρα μπορεί να ανταποκριθεί και με το παραπάνω, απέναντι στις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού.
Η μεσογειακή διατροφή επιγραμματικά απαρτίζεται από μια υψηλή κατανάλωση φυτικών τροφών, δημητριακών και οσπριών, μετριασμένη κατανάλωση αλιευμάτων, λευκού κρέατος και γαλακτοκομικών, όπως επίσης πολλή μειωμένη κατανάλωση γλυκισμάτων και του κόκκινου κρέατος.
Συμπεράσματα
Ας κατανοήσουμε τη δυναμική της πατρίδας μας.
Ο Γιώργος Γιαγκίδης είναι BSc Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, μέλος του Ε.ΠΑ.Μ, Τ.Ο Θεσσαλονίκης.
Οπως αναλύουμε, οι εισαγωγές είναι αναγκαστικές ελέω πολιτικής της Ε.Ε (ποσοστώσεις, κοινοτικές εντολές κ.α). Ακόμα σημαντικό είναι να κατανοηθεί πως τουλάχιστον έως το 2014, η διατροφική επάρκεια ήταν στο 98% με ελλείψεις περισσότερο στη ζάχαρη, λίγες κατηγορίες οσπρίων και σε ορισμένες κατηγορίες κρέατος, οι οποίες αντιμετωπίζονται σε λίγους μήνες με τη σωστή διαχείριση και πολιτική. Καιρός είναι να κατανοήσουμε τις δυνάμεις μας ως χώρα, απλά όλα αυτά προϋποθέτουν πολιτική απόφαση από ανεξάρτητες δυνάμεις, οι οποίες αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν στο κοινοβούλιο, πόσο μάλλον κυβερνητικά. Η επίλυση του προβλήματος πάντως, χρειάζεται την κατανόηση του και αυτό ακριβώς επιχειρώ. Σας ευχαριστώ.
Σε παρόμοιες αναλύσεις συνήθως δεν λαμβάνεται υπόψη ότι όλα σχεδόν τα απλά βιοτεχνικά/βιομηχανικά προϊόντα που χρησιμοποιούμε σήμερα στην καθημερινότητα μας είναι εισαγόμενα. Βεβαίως έχουμε τη δυνατότητα να παράγουμε πολλά από αυτά, όμως αυτό απαιτεί ένα διάστημα προσαρμογής αρκετών χρόνων. Μέχρι τότε, τα προϊόντα αυτά θα εισάγονται. Με ποιο τρόπο θα εισάγει προϊόντα η χώρα μας; Με τα έσοδα από τον τουρισμό (τα οποία κανείς δεν γνωρίζει πόσα θα είναι σε συνθήκες ρήξης και Grexit) και με τα έσοδα από εξαγωγές αγροτικών προϊόντων (που είναι και το μόνο σίγουρο έσοδο). Συνεπώς η διατροφική επάρκεια είναι ένα μέγεθος που συνδέεται και με τη δυνατότητα της χώρας να παρέχει στους πολίτες όλα τα αναγκαία μέσα για να ζήσουν αλλά και με τη δυνατότητα να λειτουργεί το κράτος και οι υπηρεσίες του χωρίς ελλείψεις.